Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Η Τελευταία Ώρα


Έσφιξε το σχοινί και τρύπησε τα πλευρά του ακροβάτη εαυτού του.

Καθώς δεν άργησε ν' αρχίσει η αιμορραγία στο δωμάτιο ακούστηκαν κραυγές.

Ένα ρολόι,δώδεκα χρώματα πηχτά κι ένας ζητιάνος που σερνόταν στο κατώφλι της ώρας.

Τα βήματα νωχελικά, μαντεύοντας πάλι λάθος τον προορισμό του.


"Τύλιξε με μια κουβέρτα μόνο και δεν θα σε ενοχλήσω. Να,είναι που θέλω να τραβηχτώ ως την θάλασσα...

μετά θα ξαποστάσω για πάντα εκεί,στην πρώτη σαρακοφαγωμένη βάρκα που θα βρω.
Εκεί θα φτιάξω ένα τραγούδι.

Δεν θα λέει για καταστροφές και σάβανα, ούτε για το χλιμίντρισμα που ακούγεται των δαιμόνων πριν χυμίξουν .

Δεν θα λέει για το μαύρο αίμα που κοχλάζει στις καρδιές και τις ρυπαρές μας προσευχές που βούλιαξαν στα έλη των φόβων.


Θα λέει για τον Μάη και το παιχνίδισμα ενός βλεφάρου που βλέπει για πρώτη φορά το άσπιλο φως.

Θα λέει για μια κόρη που ντύνεται απόψε το λευκότερο πέπλο της.

Για την ανάσα μιας ανέλπιστης ευχής που μετουσιωμένη σε κέρμα κοιμάται ακέραιη στον βυθό της λίμνης.

Θα λέει για τον Ζέφυρο,που χαϊδεύει τη ράχη της ψηλότερης κερασιάς του λόφου.

Θα λέει για την ώρα που ξυπνάς, ακούγοντας το θρόισμα των φύλλων..."


Η αιμορραγία σταμάτησε.Στο υγρό πάτωμα φύτρωσαν κόκκινες αμαρυλλίδες.

Κοίταξε απέναντι,τον εαυτό του στον καθρέφτη.

Δεν χαμογελούσε,αλλά όσο κοιτούσε το λευκό του πρόσωπο,

τις μπούκλες που πέφτανε ανέμελες σαν σερπαντίνες ανάμεσα στα φρύδια του,

τα μπορντώ του χείλη και τα μαύρα μάτια του - δάκρυσε.


Έλυσε το σχοινί και μ' ένα νωπό χαμόγελο κάθισε στο παράθυρο.


Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

ΜΗ ΑΝΑΣΤΡΕΨΙΜΟΣ


Από τον Αλέξανδρο ως την αιωρούμενη Ιερουσαλήμ που όλο φτάνει, δοκιμάζομαι στη μελαγχολία του μετέωρου
Στα ηλιόλουστα ζαχαρωτά κάθε ατέρμονης οροσειράς
Στην άλμη και στον τζίτζικα, αλλά
Και σε πράγματα πιο επιρρεπή στη διαστροφή όπως
Έρημος και γλώσσα.
Μόνο το όνειρο σε στρέφει εκεί απ’ όπου προήλθες-
Ένας πελώριος φοίνικας πυρπολημένος μ’ άστρα
Κι από τότε, εκείνος οπλοφορεί κι εκείνη κυοφορεί
Αυτή αναδίδει κι αυτός αποδίδει των άλλων εποχών τις ουτοπίες.
Κι όμως, ζητάω κάτι πιο υπαρκτό από το σκουριασμένο ποδήλατο κάθε γενιάς
Ζωή μ’ αστραφτερό φουστάνι και ματωμένα γόνατα
Για ‘σένα τινάζεται πύρινο μεσ’ απ’ τις λεύκες το αδέσποτο τραγούδι
Γι’ αυτό θα συνεχίσω παραστρατώντας
Σα λαγός μες στα λιοτρόπια
Σαν αμνός μες στους πυρσούς.
"Απόκαμα, θολώσανε τα μάτια μου και ο νους,
όμως ακόμη γράφω"

Γραφιάς
Νηπενθή

Κώστας Καρυωτάκης





Εξίσου διαστροφικός
Ο ανεπάγγελτος
Με τα λάσπινα γάντια

Θέλω - και κροάζω
Να φορέσω στεφάνι
Τα σεξιστικά σας σύμβολα

Το έγκλημα
Του γραφιά
Ενός γραφίστα

Η εκδίκηση του :
Ο αυνανισμός

Τα προνόμια του
Ξέπεσαν στα νύχια σας

Η έκκεντρη νύχτα

Της εκκεντρικής μανίας

-

Οι φίλοι σου , σάπια κορμιά
Φορεμένα αριστοκρατικά στους ώμους μου
Η γούνα της συμφιλίωσης μας

Αγγελία προσμονής :

Ανταλλάσω τις προαναφερθέντες τελείες
Με το περίγραμμα σου