(ιδανικό soundtrack για την ανάγνωση : Tom Waits - Jersey Girl)
είναι μόνο τα κορίτσια από το Τζερσευ
που ξέρουν να πετάνε κομφετί στον αέρα
τις στιγμές των απρόσμενων αιτίων χαράς
τις χειμωνιάτικες νύχτες καβαλάνε τα τρένα
αφήνονται στα αχόρταγα μάτια του φεγγαριού
και μες στους κρατήρες κρύβουν τα μυστικά τους
όταν τα αγόρια πέφτουν με φόρα πάνω τους
χαμογελάνε πονηρά στους περαστικούς,
χορεύουν κάτω από τις κίτρινες λάμπες του Τρέντον.
συνήθως τα φουστάνια τους τα δένουν στο λαιμό
φορούν σατέν κορδέλες στα μαλλιά τους
κι ένα άρωμα φθηνό και τολμηρό πολύ
αν χαθείς στο σκοτάδι της πόλης το βράδυ
θα δεις ότι είναι αυτά τα κορίτσια που βάζουν τις φωτιές
σ' όλα τα σβηστά κεριά των κλειστών εστιατορίων
κι όταν τα κορίτσια του Τζέρσευ βάλουν την πόλη για ύπνο
ένα κομμάτι παραδείσου ξεκολλάει απ τον ουρανό
και αργοπέφτει σαν ξερό φύλλο δέντρου στα μαλλιά τους.
Τρίτη 23 Μαρτίου 2010
Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010
Αμπαλάζ
Ας αγκαλιαστούμε με προσοχή.
-Κι αν σπάσεις; Κι αν τσαλακωθώ;
Τρόπος:
Οι προσόψεις των κορμιών μας να είναι σε επαφή. Το μάγουλό μου να κλέβει λίγο-λίγο τη ντροπή του δικού σου –δυο άχαρες πασπαλιές από ρουζ-
Ας γίνει το εξής:
Θα κρατήσω την ανάσα μου.
Εσύ θα ξεφυσάς όπως γουστάρεις.
Η αναπνοή σου θα δίνει δύναμη και θα πηγαίνουμε προς τα πίσω σου ή προς τα μπροστά μου (όπως το δει ο καθένας) , σαν ανεμόπλοιο .
Αμπαλάζ. Είμαστε σαν αμπαλάζ.
Αμπαλάζ παιδικού δώρου!
-Κοίτα τα σύννεφα. Είναι από μαλλί της γριάς. Τι θες; Άσπρο ή ροζ; Πάρε ροζ .
Αμπαλάζ. Είμαστε σαν αμπαλάζ.
Αμπαλάζ παιδικού δώρου.
Μ’ αρέσει όταν είμαστε αγκαλιά. Οι καρδιές μας είναι δίπλα. Οι παλμοί κυματίζουν στα στήθια μας, σαν αναταράξεις από δυο κέρματα ονειροπόλων που βούτηξαν στη λίμνη της πονηρής τσιγγάνας που τα κλέβει για να μπορέσουν τα όνειρα του ενός κέρματος ν’ αντικατοπτριστούν στην επιφάνεια. Κοίτα πως συγκρούονται οι αναταράξεις! Διαλύονται.
Να με συγχωρείς όμως. Δε μπορώ να κρατήσω την ανάσα μου άλλο.
Το ξέρω. Αν ξεφυσάμε κι οι δύο θα μένουμε πάντα εδώ. Κι αυτό το μαλλί της γριάς…
Λιγώσαμε.
Αμπαλάζ.
Αμπαλάζ παιδικού δώρου. Φοβάμαι πως το αμπαλάζ παιδικού δώρου, σκίζεται πρώτο στη σειρά.
Μη με παρεξηγείς. Πάντα φοβάμαι τις αγκαλιές.
Φοβάμαι που δε βλέπω τα μάτια σου.
Φοβάμαι μην τα κρατάς ανοιχτά εσύ κι εγώ κλειστά και τούμπαλιν. Μην αντικρίσουμε, όσα είναι αλυσοδεμένα στις ράχες μας.Μην κοιτάμε πέρα μακριά. Μην.
Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010
Αντάρτες
Ξαφνικά, οι πατημασιές των αλόγων
Σκεπάζουν τις ενοχικές ρυτίδες του ορίζοντα.
Το παντζούρι ακούει.
Καθηλωτικός, ο φράχτης ξεγυμνώνεται
Μια καρέκλα θριαμβολογεί, περήφανη που ένιωσε βάρκα.
Το παντζούρι κοιτάζει.
Η μουσμουλιά ξεπουλάει το χρυσάφι του κήπου
Για μια βόλτα πάνω στην άμαξα του απογεύματος.
Το δάχτυλο του αμαξά σχεδιάζει την ανάμνηση.
Το παντζούρι σωπαίνει.
Πέρα από τις στέγες, μια έρημος φτερουγίζει ακόμα.
Ξαφνικά, οι πατημασιές των αλόγων
Σκεπάζουν τις ενοχικές ρυτίδες του ορίζοντα.
Το παντζούρι ακούει.
Καθηλωτικός, ο φράχτης ξεγυμνώνεται
Μια καρέκλα θριαμβολογεί, περήφανη που ένιωσε βάρκα.
Το παντζούρι κοιτάζει.
Η μουσμουλιά ξεπουλάει το χρυσάφι του κήπου
Για μια βόλτα πάνω στην άμαξα του απογεύματος.
Το δάχτυλο του αμαξά σχεδιάζει την ανάμνηση.
Το παντζούρι σωπαίνει.
Πέρα από τις στέγες, μια έρημος φτερουγίζει ακόμα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)